Θεωρείται μία εκ των φτωχότερων χωρών της Αφρικής. Το όνομά της υπήρξε επί σειρά ετών συνώνυμο του λιμού και του θανάτου από ασιτία και υποσιτισμό, ενώ το 14% των κατοίκων ηλικίας 15 έως 49 ετών είναι φορείς του ιού HIV. Οι πολύμηνες περίοδοι ανομβρίας στοίχιζαν καθημερινά έως το 2005 τη ζωή σε δεκάδες υποσιτισμένους κατοίκους του Μαλάουι, καθώς η χώρα ήταν αναγκασμένη να εισάγει το ήμισυ των ειδών πρώτης ανάγκης και διατροφής από το εξωτερικό. Ηταν Ιούλιος του 2002 όταν ο τότε επικεφαλής του ΔΝΤ, Χορστ Κέλερ, ομολογούσε ότι οι διεθνείς χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί είχαν υποχρεώσει το Μαλάουι να πουλήσει τα αποθέματα σιτηρών, προκειμένου να αποπληρωθούν οι οφειλές προς τους τραπεζίτες, σε μια χρονική περίοδο κατά την οποία οι κάτοικοί του βρίσκονταν αντιμέτωποι με το φάσμα του λοιμού.
Τα τελευταία ωστόσο χρόνια όλοι μιλούν για το «θαύμα του Μαλάουι», για τον «Δαβίδ» της Αφρικής ο οποίος τόλμησε να αντιμιλήσει στον «Γολιάθ» των πανίσχυρων ιδρυμάτων της Παγκόσμιας Τράπεζας και του ΔΝΤ, καταφέρνοντας εντός μιας πενταετίας όχι μόνο να εξαλείψει την πείνα από τη χώρα αλλά και να εξάγει μέρος της αγροτικής παραγωγής.
Το 90% των κατοίκων καλλιεργεί το δικό του κομμάτι γης, μεταξύ αυτών και ο πρόεδρος της χώρας, Μπινγκού Ουά Μουταρίκα, ο οποίος διαθέτει ένα αγρόκτημα. Οι μικροκαλλιεργητές ελέγχουν το 75% της αγροτικής παραγωγής και λαμβάνουν το 80% των εσόδων από τις εξαγωγές.
Τα πρώτα σημάδια του «θαύματος» άρχισαν να εμφανίζονται το 2005, λίγους μήνες μετά την εκλογή για πρώτη φορά του Μουταρίκα στην προεδρία.
Αγνοώντας τις επιταγές του ΔΝΤ και της Παγκόσμιας Τράπεζας, ο Μουταρίκα προχώρησε στην εφαρμογή ενός αναπτυξιακού προγράμματος, μειώνοντας την τιμή ενός σακιού λιπάσματος από τα 35 στα 5 ευρώ και αυτή της συσκευασίας δύο κιλών σπόρων από τα 3 στα 0,15 ευρώ...
Η κρατικά υποστηριζόμενη διανομή λιπάσματος ήταν αντίθετη προς τις «ντιρεκτίβες» των διεθνών τραπεζιτών, ωστόσο το αποτέλεσμα ήρθε να δικαιώσει τον Μουταρίκα. Εντός 2,5 ετών η παραγωγή αυξήθηκε σχεδόν κατά 200%. Η τοπική αγορά αναγεννήθηκε, ο τομέας των μεταφορών άρχισε να κινείται ανοδικά, κατασκευάστηκαν δρόμοι και ο πληθωρισμός άρχισε να μειώνεται, περιορίζοντας σημαντικά τον αριθμό των θυμάτων από την πείνα, έως ότου αυτός εξαλείφθηκε οριστικά.
Στο πλαίσιο των εργασιών της Διεθνούς Διάσκεψης για τους Αναπτυξιακούς Στόχους της Χιλιετίας που ξεκινούν αύριο και θα ολοκληρωθούν στις 22 Σεπτεμβρίου, η περίπτωση του «οικονομικού θαύματος του Μαλάουι» αναμένεται να παρουσιαστεί ως παράδειγμα επιτυχημένου μοντέλου ανάπτυξης σε μια σειρά αφρικανικών χωρών. Ειναι χαρακτηριστικό ότι ο μέσος όρος παραγωγής στο Μαλάουι ανήλθε λόγω του αναπτυξιακού προγράμματος από 600 κιλά σιτηρά ανά εκτάριο στους 1,6 τόνους.
Μπορεί οι σοδειές να είναι πολύ καλές, ωστόσο ειδικοί εκτιμούν ότι για να μην αποδειχθεί αποτυχημένο σε βάθος χρόνου το τολμηρό «πείραμα» του προέδρου της χώρας Μπινγκού Ουά Μουταρίκα πρέπει να αλλάξουν οι βασικές δομές της γεωργίας του Μαλάουι με χρήση εξειδικευμένης γνώσης και τεχνογνωσίας. «Ξοδεύουμε πολλά χρήματα για λίπασμα αλλά παραμελούμε την υπόλοιπη γεωργία», τονίζει στο «Spiegel» ο οικονομολόγος Αντριου Κουμπατίρα, σύμφωνα με τον οποίο πρέπει να προωθηθεί η ανάπτυξη της κτηνοτροφίας, η κατασκευή αρδευτικών καναλιών και η αγορά θεριζοαλωνιστικών μηχανών. «Οσο επενδύουμε σε λίπασμα τόσο λιγότερα χρήματα θα έχουμε για σχολεία, δρόμους και νοσοκομεία», προσθέτει ο Κουμπατίρα.
Πριν από πέντε χρόνια η επιβίωση του 40% του πληθυσμού εξαρτιόταν αποκλειστικά από την ξένη ανθρωπιστική βοήθεια. Σήμερα oι μικροκαλλιεργητές ελέγχουν το 75% της αγροτικής παραγωγής και λαμβάνουν το 80% των εσόδων από τις εξαγωγές.
Τα τελευταία ωστόσο χρόνια όλοι μιλούν για το «θαύμα του Μαλάουι», για τον «Δαβίδ» της Αφρικής ο οποίος τόλμησε να αντιμιλήσει στον «Γολιάθ» των πανίσχυρων ιδρυμάτων της Παγκόσμιας Τράπεζας και του ΔΝΤ, καταφέρνοντας εντός μιας πενταετίας όχι μόνο να εξαλείψει την πείνα από τη χώρα αλλά και να εξάγει μέρος της αγροτικής παραγωγής.
Το 90% των κατοίκων καλλιεργεί το δικό του κομμάτι γης, μεταξύ αυτών και ο πρόεδρος της χώρας, Μπινγκού Ουά Μουταρίκα, ο οποίος διαθέτει ένα αγρόκτημα. Οι μικροκαλλιεργητές ελέγχουν το 75% της αγροτικής παραγωγής και λαμβάνουν το 80% των εσόδων από τις εξαγωγές.
Τα πρώτα σημάδια του «θαύματος» άρχισαν να εμφανίζονται το 2005, λίγους μήνες μετά την εκλογή για πρώτη φορά του Μουταρίκα στην προεδρία.
Αγνοώντας τις επιταγές του ΔΝΤ και της Παγκόσμιας Τράπεζας, ο Μουταρίκα προχώρησε στην εφαρμογή ενός αναπτυξιακού προγράμματος, μειώνοντας την τιμή ενός σακιού λιπάσματος από τα 35 στα 5 ευρώ και αυτή της συσκευασίας δύο κιλών σπόρων από τα 3 στα 0,15 ευρώ...
Η κρατικά υποστηριζόμενη διανομή λιπάσματος ήταν αντίθετη προς τις «ντιρεκτίβες» των διεθνών τραπεζιτών, ωστόσο το αποτέλεσμα ήρθε να δικαιώσει τον Μουταρίκα. Εντός 2,5 ετών η παραγωγή αυξήθηκε σχεδόν κατά 200%. Η τοπική αγορά αναγεννήθηκε, ο τομέας των μεταφορών άρχισε να κινείται ανοδικά, κατασκευάστηκαν δρόμοι και ο πληθωρισμός άρχισε να μειώνεται, περιορίζοντας σημαντικά τον αριθμό των θυμάτων από την πείνα, έως ότου αυτός εξαλείφθηκε οριστικά.
Στο πλαίσιο των εργασιών της Διεθνούς Διάσκεψης για τους Αναπτυξιακούς Στόχους της Χιλιετίας που ξεκινούν αύριο και θα ολοκληρωθούν στις 22 Σεπτεμβρίου, η περίπτωση του «οικονομικού θαύματος του Μαλάουι» αναμένεται να παρουσιαστεί ως παράδειγμα επιτυχημένου μοντέλου ανάπτυξης σε μια σειρά αφρικανικών χωρών. Ειναι χαρακτηριστικό ότι ο μέσος όρος παραγωγής στο Μαλάουι ανήλθε λόγω του αναπτυξιακού προγράμματος από 600 κιλά σιτηρά ανά εκτάριο στους 1,6 τόνους.
Μπορεί οι σοδειές να είναι πολύ καλές, ωστόσο ειδικοί εκτιμούν ότι για να μην αποδειχθεί αποτυχημένο σε βάθος χρόνου το τολμηρό «πείραμα» του προέδρου της χώρας Μπινγκού Ουά Μουταρίκα πρέπει να αλλάξουν οι βασικές δομές της γεωργίας του Μαλάουι με χρήση εξειδικευμένης γνώσης και τεχνογνωσίας. «Ξοδεύουμε πολλά χρήματα για λίπασμα αλλά παραμελούμε την υπόλοιπη γεωργία», τονίζει στο «Spiegel» ο οικονομολόγος Αντριου Κουμπατίρα, σύμφωνα με τον οποίο πρέπει να προωθηθεί η ανάπτυξη της κτηνοτροφίας, η κατασκευή αρδευτικών καναλιών και η αγορά θεριζοαλωνιστικών μηχανών. «Οσο επενδύουμε σε λίπασμα τόσο λιγότερα χρήματα θα έχουμε για σχολεία, δρόμους και νοσοκομεία», προσθέτει ο Κουμπατίρα.
Πριν από πέντε χρόνια η επιβίωση του 40% του πληθυσμού εξαρτιόταν αποκλειστικά από την ξένη ανθρωπιστική βοήθεια. Σήμερα oι μικροκαλλιεργητές ελέγχουν το 75% της αγροτικής παραγωγής και λαμβάνουν το 80% των εσόδων από τις εξαγωγές.
ΠΗΓΗ >> prezatv
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου